Έρχεται εκείνη η ώρα που δύο μονοπάτια, το δικό σου, κι εκείνο του οδοντίατρού σου, συναντιούνται.
Την περιμένεις ανυπόμονα και τη μισείς. Όπως την πρώτη μέρα στο σχολείο.
Είναι κάτι που πρέπει να γίνει αλλά δεν θέλεις.
Είναι το τσίμπημα που φτάνει στον εγκέφαλο.
Είναι το αναισθητικό που είναι πικρό.
Είναι που μουδιάζει μέχρι και το μάτι σου.
Μετά έρχεται ο τροχός, κι ενώ περιμένεις/θέλεις να πονέσεις, δεν πονάς. Είναι η φυσιολογική αντίδραση, κι όμως δεν έρχεται. Ο εγκέφαλός σου μπερδεύεται, και ξαφνικά βρίσκεις τον εαυτό σου τόσο σφιγμένο από την αγωνία που σχεδόν περιμένεις τον πόνο σα λύτρωση. Όμως δεν έρχεται. Και νιώθεις καλά για λίγο.
Νιώθεις το σκάψιμο, μυρίζεις περίεργα πράγματα, νιώθεις βιαιότητα στη μασέλα σου, και το υπομένεις.
Κι έρχονται τα επιπρόσθετα υλικά, και το άγκιστρο, και τα βαμβάκια, κι εκείνο εκεί το πράγμα που νομίζεις ότι σε ζεσταίνει, και ίσως μάλιστα να το κάνει, και ίσως να κάνει το επιπρόσθετο υλικό σκληρότερο, αλλά δεν μπορείς να είσαι σίγουρος γιατί είσαι άσχετος από οδοντιατρική...
Και ξαφνικά σου λέει "τελειώσαμε" και νιώθεις μια τρομερή χαλάρωση, μια ανακούφιση, παρ' όλο που δεν πόνεσες ούτε στιγμή.
Ηρέμησε ανθρωπάκο...
Στο κάτω κάτω, ήταν ένα απλό σφράγισμα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου